Τα σαράντα κλειδιά,Σκυριανό παραμύθι

Δημοσιεύματα

Συνέντευξη του Στάθη Μαυρόπουλου στην Αναστασία Γρηγοριάδου

«Σε μια κόλλα χαρτί», πώς προέκυψε αυτή η παράσταση;
Μάλλον τυχαία… Όλα ξεκίνησαν όταν η Parallaxi, το γνωστό περιοδικό της πόλης, με αφορμή τα 20 χρόνια λειτουργίας της αποφάσισε να κινήσει όλη την πόλη για την δημιουργία του «Η ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΑΛΛΙΩΣ», του εξαιρετικού εκείνου διημέρου που έδειξε πόσο ενδιαφέρουσα μπορεί να γίνει αυτή η πόλη όταν το θέλει. Έτσι, η Πειραματική Σκηνή της Τέχνης εμπιστεύθηκε στην Ελένη Δημοπούλου και σε μένα τη συμμετοχή της στο διήμερο. Συμμετείχαμε με μια μίνι παράσταση την οποία είχαμε ονομάσει «σκοτεινές ιστορίες μιας φωτεινής πόλης» και είχε ως θέμα την πολύκροτη δίκη του Αριστείδη Παγκρατίδη, του ανθρώπου που καταδικάστηκε και εκτελέστηκε, αδίκως κατά τη γνώμη μου, με την κατηγορία του «Δράκου» του  Σέιχ Σου. Εν συνεχεία, αφού διαπιστώσαμε ότι το αποτέλεσμα μας άρεσε, σκεφτήκαμε ότι είναι κρίμα αυτή η δουλειά να περιοριστεί σε μια και μόνο παράσταση. Έτσι, καταλήξαμε στο «Σε μια κόλλα χαρτί».

Πού αναφέρεται;
Ο τίτλος παραπέμπει από μόνος του στην κατασκευή μιας άδικης κατηγορίας. Αυτό είναι το θέμα της παράστασης. Πρόκειται για την ιστορία του Παγκρατίδη που προανέφερα καθώς και του Γρηγόρη Στακτόπουλου, του Θεσσαλονικιού δημοσιογράφου που έμεινε 12 χρόνια στη φυλακή με την κατηγορία του συνεργού στην δολοφονία του George Polk, Αμερικανού δημοσιογράφου που ήρθε στη Θεσσαλονίκη το ‘48 με σκοπό να πάρει συνέντευξη από τον Μάρκο Βαφειάδη και βρέθηκε νεκρός  στο Θερμαϊκό, λίγα μετρά μακριά από το Λευκό Πύργο. Μια ιστορία που συγκλόνισε τη μεταπολεμική Θεσσαλονίκη και δεν έπαψε να συζητείται στο πανελλήνιο, αφού ποτέ μάλλον δεν θα μάθουμε ποιος σκότωσε τον Polk. 

 

Ποιο είναι το υλικό που χρησιμοποιήσατε για το κείμενο του έργου;
Άντλησα υλικό από αρχεία εφημερίδων της εποχής όπως η «Ελευθερία» και η «Μακεδονία», το βιβλίο του Γρηγόρη Στακτόπουλου «Η προσωπική μου ιστορία», και του Αθανάσιου Καφίρη «Η υπόθεση Πόλκ – Στακτόπουλου», υλικό από τα ψηφιακά αρχεία της ΕΡΤ όπου βρήκα συνέντευξη του Στακτόπουλου στον δημοσιογράφο Άρη Σκιαδόπουλο, καθώς και τη βοήθεια από μάρτυρα της δίκης Παγκρατίδη, που για ευνόητους λόγους δεν αναφέρω το όνομά του.

 

Πώς το δουλέψατε; Στο τελικό κείμενο προσθέσατε στοιχεία μυθοπλασίας;
Ελάχιστα έως καθόλου. Ό,τι ακούγεται στην παράσταση είναι ό,τι πραγματικά έχει ειπωθεί ή γραφτεί. Στην ιστορία του Στακτόπουλου προσπάθησα να αποδώσω δραματοποιημένα την ιστορία μέσα από το βιβλίο του και τις πηγές μου, ενώ για τον Παγκρατίδη ό,τι ακούγεται είναι κυριολεκτικά απόσπασμα από τον τύπο της εποχής.

 

Ποια είναι τα πρόσωπα του έργου;
Ο Στακτόπουλος, η μητέρα του - μια τραγική φιγούρα -, ο Πολκ ή μάλλον το φάντασμα του,  ο Παγκρατίδης, ο Μουσχουντής, μάρτυρες, και πάρα πολλοί άλλοι.

 

Όταν το κείμενο γινόταν παράσταση ποιο ήταν το ζητούμενό σας; Τι θέλατε κυρίως να αποδώσετε, τι να αποφύγετε;
Καταρχάς πρέπει να σας πω, ποιο ήταν το ζητούμενο όταν η ιδέα γινόταν κείμενο. Δεν ήθελα με τίποτε να μπλέξω τον θεατή σε ατελείωτες θεωρίες συνομωσίας που περιβάλλουν αυτές τις δυο ιστορίες. Για παράδειγμα, η τάδε μυστική υπηρεσία έβαλε να σκοτώσουν τον Πολκ, γι’ αυτόν κι αυτό το λόγο και ότι ο δείνα είναι ο πραγματικός δολοφόνος. Σκοπός μου ήταν να μείνω στην ανθρώπινη πλευρά και στο δράμα δύο ανθρώπων που παρά τη θέλησή τους μπλέχτηκαν στα γρανάζια της εξουσίας και της δικαιοσύνης με αποτέλεσμα ο ένας να χάσει την ελευθερία του, την οικογένεια του και ο άλλος τη ζωή του.

 

Πώς δουλέψατε με την Ελένη Δημοπούλου για την σκηνοθεσία;
Με την Ελένη, είμαστε  στενοί φίλοι και συνεργάτες εδώ και 17 χρόνια. Συνεργαστήκαμε πολλές φορές  πάνω στο σανίδι. Είπαμε λοιπόν τώρα που «μεγαλώσαμε» να δοκιμάσουμε και άλλα πράγματα. Η παράσταση αυτή είναι σπονδυλωτή, δεν πρόκειται για συνσκηνοθεσία. Είναι δύο ιστορίες σχετικές μεταξύ τους που όμως αντιμετωπίζονται με διαφορετική ματιά και σκηνοθεσία. Η Ελένη σκηνοθετεί τον Παγκρατίδη και εγώ τον Στακτόπουλο. Αυτό σημαίνει δημιουργική συνεργασία και μερικές φορές διασκεδαστικούς καυγάδες…

 

Τα λόγια του έργου δεν είναι λόγια θεατρικού κειμένου αλλά προσωπικές μαρτυρίες και άλλα λόγια είναι ντοκουμέντα εποχής. Δύσκολο όλα αυτά να αποδοθούν θεατρικά;
Δεν ξέρω… Το έχω ξαναπεί, δεν είμαι ούτε συγγραφέας ούτε σκηνοθέτης. Ηθοποιός είμαι. Απορώ πώς βρέθηκα εγώ εδώ να πρέπει να απαντώ σε αυτή την ερώτηση…

 

Η μία από τις δύο υποθέσεις, του Στακτόπουλου, έχει έντονες πολιτικές διαστάσεις που αντανακλούν το κλίμα μιας ολόκληρης εποχής. Ερευνώντας το υλικό της εποχής για τη συγγραφή του κειμένου, τι σας έκανε ιδιαίτερη εντύπωση;
Πριν ασχοληθώ και μελετήσω την υπόθεση, φανταζόμουν ότι ο Στακτόπουλος ήταν ο τύπος του άνθρωπου που γεννήθηκε για ήρωας. Αυτό που βλέπουμε στις ταινίες, αυτός που τρώει ξύλο και δεν ομολογεί, έχει έτοιμη και την κάψουλα με το υδροκυάνιο στο στόμα  για να αυτοκτονήσει όταν δεν αντέχει άλλο τα βασανιστήρια. Αυτό που κατάλαβα μετά, ήταν ότι ήταν ένας απλός καθημερινός άνθρωπος που έτυχε να είναι κατάλληλος για θύμα. Το πιο συνταρακτικό είναι ότι μετά την αποφυλάκιση του, έγιναν τέσσερεις αιτήσεις για αναψηλάφηση της δίκης. Μία από τον ίδιο και τρεις από τη γυναίκα του μετά το θάνατο του. Για να «καθαρίσει» τ’ όνομα του. Όλες με καινούρια ατράνταχτα στοιχεία. Όλες απορρίφθηκαν με αστείες δικαιολογίες. Μάλλον, οι Έλληνες δικαστές δεν έλαβαν υπόψη τους την υπόθεση Ντρέυφους…

 

Υπάρχουν ακόμα σελίδες της ιστορίας της πόλης μας που δεν τις έχουμε διαβάσει καλά, υπάρχουν πρόσωπα αυτών των ιστοριών που ζουν ακόμη. Η παράστασή σας μπαίνει σε αυτές, μιλάει και γι’ αυτά τα πρόσωπά της  στην πόλη μας; Είχα πάντα την απορία: μα καλά, τι έγιναν όλοι αυτοί που βασάνιζαν κόσμο και κοσμάκη στις εξορίες, στη χούντα; Πέθαναν όλοι, αμέσως μετά τη μεταπολίτευση; Αν ζουν ακόμη, ελπίζω να είναι γεροντάκια που καθαρίζουν την ψυχή τους.

Γιατί, τελικά, θέλατε να ανεβάσετε αυτήν την παράσταση;  Γιατί τώρα;
Πριν 5-6 χρόνια βρέθηκα στο κρατητήριο για ένα τριήμερο. Εξ αιτίας μιας συνωνυμίας. Από κει που σχεδίαζα ένα σαββατοκύριακο με ψάρεμα και φίλους, φορτώθηκα με 40 μέρες φυλακή για κάτι που δεν έκανα. Ούτε με βασάνισαν ούτε τίποτε. Δεν πρόκειται όμως να το ξεχάσω ποτέ. Ποτέ στη ζωή μου! Φανταστείτε λοιπόν, τι είναι να περιμένεις το λεωφορείο μια ζεστή μέρα του Αυγούστου, να σου χτυπά κάποιος την πλάτη, να σου βγάζει αστυνομική ταυτότητα, να λέει « έρχεσαι λίγο που σε θέλω» και να βλέπεις το φως μετά από 12 χρόνια ή ακόμη χειρότερα να χάνεις τη ζωή σου…

Έντυπο: Περιοδικό City

Συντάκτης: Αναστασία Γρηγοριάδου

Ημερομηνία δημοσίευσης: 11.01.2011

Παράσταση: Σε μια κόλλα χαρτί